Πέραν Επιτοπίου Επισκευής
Για κάτι που δεν διορθώνεται / επισκευάζεται πλέον ή τουλάχιστον δεν είναι καθόλου εύκολο να επισκευαστεί.
Χρησιμοποιούμε πολύ συχνά τον Αγγλικό όρο: Μπιελάρ
Μεταφορικά και για ανθρώπους: η δουλειά ήταν τόση πολή που βγήκα μπιελάρ. Δηλ. κουράστηκα πάρα πάρα πολύ