Has been OR has gone … to London
Με αφορμή ερώτηση αναγνώστη: “Tom has been to London twice. Το ερωτημά μου εδώ είναι γιάτι έβαλε (been αντί gone), Μπορούμε να το γράψουμε έτσι:
Transitive and Intransitive Verbs
Η ιδιότητα αυτή των ρημάτων (μεταβατικότητα = transitivity) μας βοηθάει να καταλάβουμε τη συμπεριφορά τους σε αρκετές περιπτώσεις και γι’αυτό είναι σημαντικό να την γνωρίζουμε.
Τι είναι το infinitive
Το infinitive είναι η άκλητη ή αλλιώς η βασική μορφή του ρήματος. Παίρνουμε το ρήμα όπως είναι στο 1ο ενικό πρόσωπο του ενεστώτος και βάζουμε
Τα φωνήεντα (vowels)
Χωρίζουμε τα γράμματα σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τα φωνήεντα και τα σύμφωνα. Φωνήεντα λέμε εκείνα τα γράμματα που για να παραχθούν η γλώσσα μας δεν ακουμπά στα δόντια, στον ουρανίσκο, στα χείλια
Adjectives – quiz
Βεβαιωθείτε ότι έχετε διαβάσει τη σχετική θεωρία: Επίθετα – Adjectives: χωρίς αυτά πολλές λέξεις θα ήταν … “γυμνές” Απείθαρχα Επίθετα
at, in, on, to
Βεβαιωθείτε ότι έχετε διαβάσει τις σχετικές σελίδες: Προθέσεις – Prepositions at in on to
Relative pronouns: who-whom-whose-which-that
Έχετε διαβάσει και κατανοήσει τις σχετικές σελίδες? Relative pronouns (αναφορικές) that VS which
Simple Sentence formation
Μπορείτε να πάρετε τα τεστ όσες φορές θέλετε. Οι ερωτήσεις θα είναι διαφορετικές κάθε φορά.
Plural of the Word
Πριν δοκιμάσετε το Quiz σιγουρευτείτε ότι έχετε διαβάσει τις σχετικές σελίδες: Μπορείτε να πάρετε τα τεστ όσες φορές θέλετε. Οι ερωτήσεις θα είναι διαφορετικές κάθε
Αντί για Γενική
Έχετε ήδη μελετήσει όλα τα σχετικά μαθήματα? Αν ναι, τότε προχωρήστε στο παρακάτω Quiz (μπορείτε να το επαναλάβετε όσες φορές θέλετε με διαφορετικές ερωτήσεις κάθε
A or An
Εάν έχετε ήδη μελετήσει όλο το σχετικό μάθημα a ή an? Πότε χρησιμοποιούμε το ένα και πότε το άλλο. προχωρήστε στο παρακάτω Quiz (μπορείτε να
W. B. Yeats … Airman …
An Irish Airman Foresees His Death I know that I shall meet my fatesomewhere among the clouds above;Those that I fight I do not hate,Those
used to και άλλα
Όταν έχουμε το ρήμα used με to και μετά την βασική μορφή ενός ρήματος (infinitive), π.χ.: He used to write a letter to his mom
have (got) to
Το have to και to have got to έχουν ακριβώς το ίδιο νόημα. Διαφέρουν μόνο στο ότι το δεύτερο χρησιμοποιείται πολύ συχνότερα στα Βρετανικά Αγγλικά.