Προεχόμενη από τον συνδυασμό του στερητικού “α” (δηλ. “χωρίς”) με την λέξη “άλγος” (δηλ. “πόνος”).
Σαν ιατρικός όρος, μπορεί να περιγράφει μια κατάσταση ανακούφισης από τον πόνο, η οποία συχνά προκαλείται επέρχεται με φάρμακα (π.χ. αναισθητικά). Υπάρχουν, ωστόσο, και παθολογικές καταστάσεις όπου κανείς δεν μπορεί να αισθανθεί πόνο χωρίς να έχει χάσει τις αισθήσεις του ή να έχει πάρει φάρμακα.
Γι’αυτόν τον ιατρικό όρο χρησιμοποιείται η Ελληνική λέξη στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου.
Μεταφορικά, ωστόσο, η λέξη αναλγησία μπορεί να περιγράφει την απονιά, την αδιαφορία ή αλλιώς την έλλειψη:
- συμπόνιας,
- κατανόησης για την κατάσταση στην οποία μπορεί να βρίσκεται ένας συνάνθρωπός μας,
- ευαισθησίας για τα προβλήματα των άλλων,
- ενσυναίσθησης.