Skip to content
BrixFax.NET
Η Γνώση είναι Δύναμη – Knowledge is Power
Menu
Αγγλικά
Γαλλικά
Γερμανικά
PC & Internet
Σπίτι & Κατασκευή
Σχέδια Σπιτιών
Η Σελίδα μου
Η Σελίδα μου
Σύνδεση/Εγγραφή
Login / Register
Μαθαίνοντας Γερμανικά
Γιατι Γερμανικά?
Βασικά Γερμανικά
Η αλφαβήτα – Die Buchstaben
Οι αριθμοί στα Γερμανικά – Die Zahlen
Η ώρα στα Γερμανικά
Οι μέρες, οι μήνες, οι εποχές – Die Tage, Die Monate, Die Jahreszeiten
Τα χρώματα – Die Farben
Φράσεις, Καθημερινά Γερμανικά
Γραμματική
Τα μέρη του λόγου – Wortart
Τα άρθρα
Ουσιαστικό – Substantiv
Ρήμα – Verb
Επίθετα – Adjektive
Αντωνυμίες – Pronomen
Επιρρήματα – Adverbien
Προθέσεις – Präpositionen
Wörterbuch
Wort des Tages
Menu
Μαθαίνοντας Γερμανικά
Γιατι Γερμανικά?
Βασικά Γερμανικά
Η αλφαβήτα – Die Buchstaben
Οι αριθμοί στα Γερμανικά – Die Zahlen
Η ώρα στα Γερμανικά
Οι μέρες, οι μήνες, οι εποχές – Die Tage, Die Monate, Die Jahreszeiten
Τα χρώματα – Die Farben
Φράσεις, Καθημερινά Γερμανικά
Γραμματική
Τα μέρη του λόγου – Wortart
Τα άρθρα
Ουσιαστικό – Substantiv
Ρήμα – Verb
Επίθετα – Adjektive
Αντωνυμίες – Pronomen
Επιρρήματα – Adverbien
Προθέσεις – Präpositionen
Wörterbuch
Wort des Tages
Search ...
laufen
Verb
Greek
περπατώ
βαδίζω
περπατάω, περπατώ
τρέχω
Français
marcher
courir
aller
English
walk
run
Examples:
Ich laufe durch den Wald
I run on the forest
Ich mag laufen
I like to run
zum Beispiel:
Spyros Louis lief und gewann den ersten modernen olympischen Marathon im Jahr 1896
Χρησιμοποιούμε Cookies. Με την περιήγησή σας σ'αυτόν τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση Cookies.
Περισσότερα για τα Cookies.
Εντάξει