μπαίνω, περνάω
Ανήκει στην κατηγορία των ρημάτων που κλίνονται με βοηθητικό το être.
Παραδείγματα:
- Puis-je entrer? Μπορώ να περάσω;
- Je suis entré dans la maison par la porte de derrière. Μπήκα μέσα στο σπίτι από την πίσω πόρτα.
- Ils sont entrés dans le bureau, sans frapper à la porte. Μπήκαν στο γραφείο, χωρίς να χτυπήσουν την πόρτα.