Όλα τα μέρη του λόγου, στις “σωστές αναλογίες” και με λογική σειρά, μας βοηθούν να σχηματίσουμε ολοκληρωμένα νοήματα με τα οποία εκφράζουμε σκέψεις, ιδέες, γεγονότα, τόσο στον γραπτό όσο και στον προφορικό λόγο.
Σχηματίζουμε “φράσεις”.
Πως τις σχηματίζουμε:
Μια φράση ξεκινά πάντα με κεφαλαίο γράμμα και τελειώνει με τελεία (.). Πολλές φορές όμως, μπορεί να τελειώνει με θαυμαστικό (!) ή ερωτηματικό (?)
Για παράδειγμα:
- Je suis allée au cinéma. Πήγα σινεμά.
- Comme tu es belle! Τι όμορφη που είσαι!
- Viens-tu avec moi? Έρχεσαι μαζί μου;
Μία φράση μπορεί να είναι:
Α. απλή:
Δηλαδή, ν’αποτελείται από:
α) έναν όρο (π.χ. το ρήμα με την αντωνυμία του): Il neige. Χιονίζει. / Je viens. Έρχομαι.
β) μία λέξη: Αυτό συμβαίνει συνήθως στις περιπτώσεις που:
- προστάζουμε ή προσφωνούμε: Parle. Μίλα / Monsieur! Κύριε!
- δηλώνουμε θαυμασμό, έκπληξη: Super! Υπέροχα! / Bizarre! Παράξενο!
- απαντάμε ή ρωτάμε: Bien sûr! Βέβαια! / Quoi? Τι; / C’est vrai? Αλήθεια;
γ) μία πρόταση: Je suis allée au cinéma. Πήγα σινεμά.
Β. σύνθετη:
Δηλαδή, ν’αποτελείται από δύο ή και περισσότερες προτάσεις propositions:
- Hier, je suis allée au cinéma avec mon amie Marie et j’ai vu un très bon film. Χθες, πήγα σινεμά με την φίλη μου τη Μαρία και είδα μια πολύ ωραία ταινία.
Η φράση αυτή, έχει δύο προτάσεις:
α) Hier, je suis allée au cinéma avec mon amie Marie, (με ρήμα το: je suis allée)
β) J’ai vu un très bon film, (με ρήμα το: j’ai vu)
Attention!
Οι προτάσεις μέσα σε μία φράση είναι τόσες όσα και τα ρήματα που υπάρχουν και τα οποία βρίσκονται σε κάποια από τις προσωπικές εγκλίσεις modes personnels: (Indicatif, Impératif, Conditionnel, Subjonctif).