Έχουν τον ίδιο ήχο. Μερικές φορές και την ίδια εμφάνιση.
Πρόκειται για λέξεις, που με την πρώτη ματιά δείχνουν να μοιάζουν, όμως κατά βάθος, η κάθε μια απ’ αυτές έχει να μας πει κάτι διαφορετικό.
Προσέξτε μην σας ξεγελάσουν και “χάσετε” τα λόγια σας!
court κοντός, -ή, -ό / le cours μάθημα / la cour αυλή / je, tu cours, il court (v. courir τρέχω)
- Il porte un pantalon court. Φοράει ένα κοντό παντελόνι.
- Je cours dans la cour de l’ école. Τρέχω στην αυλή του σχολείου.
- Elle a un cours de français dans l’ après-midi. Έχει μάθημα γαλλικών το απόγευμα.
le tour γύρος / la tour πύργος
- Est-ce vous allez participer au tour de France cette année? Θα πάρετε μέρος στο γύρο της Γαλλίας φέτος;
- La Tour Eiffel, le symbole de Paris, a été construite par Gustave Eiffel en 1889. Ο πύργος του Άιφελ, σύμβολο του Παρισιού, κατασκευάστηκε από τον Γουστάβο Άιφελ το 1889.
la mer θάλασσα / la mère μητέρα
- Par sa fenêtre, il contemplait la mer agitée. Από το παράθυρό του θαύμαζε τη φουρτουνιασμένη θάλασσα.
- Ma mère était toujours calme et souriante. Η μητέρα μου ήταν πάντα ήρεμη και χαμογελαστή.
plus vieux πιο μεγάλος, γέρος / pluvieux βροχερός
- Il paraît plus vieux que son âge. Μοιάζει μεγαλύτερος από την ηλικία του.
- Aujourd’ hui, le temps est pluvieux. Σήμερα, ο καιρός είναι βροχερός.
je suis (v. suivre: παρακολουθώ) / je suis (v. être: είμαι)
- Je suis un cours de danse chaque lundi. Παρακολουθώ ένα μάθημα χορού κάθε Δευτέρα.
- Je suis une danseuse de ballet classique. Είμαι χορεύτρια κλασσικού μπαλλέτου.
le poste θέση, πόστο / la poste ταχυδρομείο
- Il tient un poste important dans l’ administration de cette enreprise. Κατέχει μια σημαντική θέση στην διοίκηση αυτής της εταιρείας.
- Je passe par la poste pour envoyer un colis. Θα περάσω από το ταχυδρομέιο να στείλω ένα δέμα.
dû (v. devoir οφείλω, πρέπει: p. passé) / du (article partitif ou contracté)
- J’ ai dû partir tôt de la boum, hier soir. Έπρεπε να φύγω νωρίς από το πάρτυ, χθές βράδυ.
- Elle vient du supermarché. Έρχεται από το σούπερ μάρκετ.
- Elle a acheté du lait. Αγόρασε γάλα.
vers γύρω, περίπου, προς (κατεύθυνση) / vert πράσινος, -η, -ο / ver σκουλήκι / verre ποτήρι, γυαλί
- Ils ont fixé un rendez-vous vers 8h du matin. Κανόνισαν ένα ραντεβού γύρω στις 8 το πρωί.
- Il se dirigeait vers moi à pas lents. Κατευθυνόταν προς εμένα με αργά βήματα.
- Je suis sorti de la maison en portant mon manteau vert. Βγήκα απ’ το σπίτι φορώντας το πράσινο παλτό μου.
- Parfois, il y a des vers dans les fruits. Καμμιά φορά, στα φρούτα υπάρχουν σκουλήκια.
- Je voudrais un verre d’ eau, s’ il vous plaît. Θα ήθελα ένα ποτήρι νερό, παρακαλώ.
- Elle a acheté une jolie table en verre. Αγόρασε ένα όμορφο γυάλινο τραπέζι.
le livre βιβλίο / la livre λίβρα (μονάδα μέτρησης βάρους)
- À présent, je lis un livre très intéressant. Αυτή την εποχή, διαβάζω ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο.
- Il est le plus gros de la classe, il pèse 400 livres. Είναι ο πιο χοντρός της τάξης, ζυγίζει 400 λίβρες (περίπου 180 κιλά)
un aide βοηθός / une aide βοήθεια
- Actuellement, je suis seul au bureau, mon aide est en congé. Επί του παρόντος, είμαι μόνος στο γραφείο, ο βοηθός μου λείπει σε άδεια.
- Ils reçoivent une aide sociale car ils ont des ressources insuffisantes. Λαμβάνουν κοινωνική βοήθεια, γιατί έχουν ανεπαρκή εισοδήματα.
Paris Παρίσι / pari (un) στοίχημα
- Paris est une ville pleine d’attractions touristiques. Το Παρίσι είναι μια πόλη γεμάτη αξιοθέατα.
- Il a gagné le pari. Κέρδισε το στοίχημα.
un galon γαλόνι (στρατιωτικό διακριτικό) / un gallon (de) γαλόνι (μονάδα μέτρησης όγκου)
- L’officier de l’armée portait des galons sur le bras gauche. Ο αξιωματικός του στρατού φορούσε γαλόνια στο αριστερό μπράτσο.
- Le prix de l’essence a inscrit un nouveau record aux États-Unis avec plus de 4$ le gallon. Η τιμή της βενζίνης σημείωσε καινούριο ρεκόρ στις Ηνωμένες Πολιτείες με περισσότερο από 4$ το γαλόνι.