Les sentiments (1)

Επίπεδα:
A1, A2

Comment ça va aujourd’hui?

Ça va très bien! J’ai réussi mon permis de conduire.

Ah! Super! Tu es très heureuse alors!

Oui, je me sens très contente! Je suis ravie de pouvoir conduire une auto maintenant! Je suis passionnée par les voitures rapides!

Τα συναισθήματα!

Καμμιά φορά, δύσκολο να τα εκφράσει κανείς ακόμη και στην μητρική του γλώσσα. Πόσο μάλλον σε μια ξένη.

Ας προσπαθήσουμε, αρχικά να δούμε πως θα τα πούμε στα γαλλικά. Και να ξεκινήσουμε από τα θετικά και στην συνέχεια με τα αρνητικά:

1. Un sentiment positif

L’adjectif Le nom
ravi – ravie (de)χαρούμενος, -ηla joie χαρά
content – contente (de)ευχαριστημένος, -ηle contentement ικανοποίηση
heureux – heureuse (de)ευτυχισμένος, -ηle bonheur ευτυχία
gai – gaie (de)χαρούμενος, -η / εύθυμος, -ηla gaieté χαρά, ευθυμία, κέφι
satisfait – satisfaite (de)ικανοποιημένος, -ηla satisfaction ικανοποίηση
enthousiasmé – enthousiasmée (par)ενθουσιασμένος, -ηl’enthousiasme (un) ενθουσιασμός
passionné – passionnée (par)παθιασμένος, -ηla passion πάθος
fou – folle de joieτρελλός, -ή από χαράla joie χαρά
ému – émueσυγκινημένος, -ηl’émotion (une) συναίσθημα

2. Un sentiment négatif

L’adjectif Le nom
tristeλυπημένοςla tristesse λύπη, le chagrin θλίψη, πόνος
mécontent – mécontenteδυσαρεστημένοςle mécontentement δυσαρέσκεια
malheureux – malheureuseδυστυχισμένοςle malheur δυστυχία
déçu – déçueαπογοητευμένοςla déception απογοήτευση
déprimé – dépriméeμελαγχολικός, καταθλιπτικόςla déprime κατάθλιψη
inquiet – inquièteανήσυχοςl’inquiétude (une) ανησυχία
angoissé – angoissée) / anxieux – anxieuseαγχωμένος – αγχώδηςl’angoisse (une) άγχος
stressé – stresséeστρεσαρισμένοςle stress
paniqué – paniquéeπανικοβλημένοςla panique πανικός
effrayé – effrayéeφοβισμένοςl’effroi (un) φόβος, τρόμος
horrifié – horrifiéeτρομοκρατημένοςl’horreur (une) φρίκη, αηδία
ennuyeux – ennuyeuseβαρετόςl’ennui (un) πλήξη, βαριεστημάρα
fatigué – fatiguéeκουρασμένοςla fatigue κούραση
perplexe / indécis – indéciseμπερδεμένοςla perplexité μπέρδεμα
confus – confuse μπερδεμένος, συγχυσμένοςla confusion μπέρδεμα
embarrassé – embarrassée / gêné – gênéeενοχλημένοςl’embarras (un) / la gêne ενόχληση
soucieux – soucieuseανήσυχος, προβληματισμένοςle souci έγνοια, ανησυχία
troublé – troubléeταραγμένος, αναστατωμένοςle trouble διαταραχή
être en colère είμαι θυμωμένος, -ηla colère θυμός

Στη συνέχεια να δούμε πως θα τα εκφράσουμε στο γραπτό ή τον προφορικό λόγο. Γι αυτό τον σκοπό υπάρχουν δύο βασικά ρήματα: Το είμαι: ÊTRE και το αισθάνομαι: SE SENTIR

1. ÊTRE + adjectif

Για παράδειγμα:

  • Aujourd’hui, je suis un peu déprimé. Σήμερα είμαι λίγο μελαγχολική.
  • Elle est triste. Είναι λυπημένη.
  • Tu es très heureuse, alors! Είσαι πολύ χαρούμενη, λοιπόν!
  • Je suis passionnée par les voitures rapides! Είμαι παθιασμένη με τα γρήγορα αυτοκίνητα!

2. ÊTRE + adjectif + de + Infinitif

Για παράδειγμα:

  • Je suis triste de quitter mon pays. Είμαι λυπημένος που εγκαταλείπω την χώρα μου.
  • Je suis ravie de pouvoir conduire une auto. Είμαι χαρούμενη που μπορώ να οδηγήσω αυτοκίνητο.
  • Je suis très heureuse d‘avoir mon permis de conduire. Είμαι πολύ χαρούμενη που έχω το δίπλωμα οδήγησης.

Εδώ μπορούμε να προσθέσουμε και δύο τυπικές εκφράσεις που δηλώνουν την διάθεση:

  • être de bonne humeur είμαι σε καλή διάθεση
  • être de mauvaise humeur είμαι σε κακή διάθεση

Για παράδειγμα:

  • Il est toujours de mauvaise humeur le lundi. Είναι πάντα κακοδιάθετος τις Δευτέρες.
  • Elle a réussi son examen, elle est de très bonne humeur. Πέτυχε στις εξετάσεις της, είναι σε πολύ καλή διάθεση.

3. SE SENTIR + adjectif αισθάνομαι

Για παράδειγμα:

  • Tu te sens malheureux? Αισθάνεσαι δυστυχισμένος;
  • Je me sens très contente! Αισθάνομαι πολύ ευχαριστημένη!
  • Nous nous sentons satisfaits, le projet a réussi. Αισθανόμαστε ικανοποιημένοι, το σχέδιο πέτυχε.

SE SENTIR / Présent: je me sens, tu te sens, il/elle/on se sent – nous nous sentons, vous vous sentez, ils/elles se sententPassé Composé: je me suis senti(e)

Χρησιμοποιούμε Cookies. Με την περιήγησή σας σ'αυτόν τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση Cookies.