Συχνά μιλάμε για πράγματα και για τα χαρακτηριστικά τους. Πως θα τα πούμε όλα αυτά στα γαλλικά;
Και ξεκινάμε:
1. La forme το σχήμα:
- rond, ronde στρογγυλός / le cercle ο κύκλος
- ovale οβάλ
- rectangulaire ορθογώνιος / un rectangle το ορθογώνιο
- carré, carrée τετράγωνος / un carré το τετράγωνο
- triangulaire τριγωνικός / un triangle το τρίγωνο
- hexagonal, hexagonale εξαγωνικός / un hexagone το εξάγωνο
- cylindrique κυλινδρικός / un cylindre ο κύλινδρος
2. Le matériel το υλικό
a) Ένας τρόπος για να δηλώσουμε το υλικό είναι οι προθέσεις en ή de και το όνομα του υλικού:
- le métal μέταλο
- le bois ξύλο
- l’or (un) χρυσός
- le tissu ύφασμα
- le cuir δέρμα
- l’acier (un) χάλυβας
- le cuivre χαλκός
- le fer σίδηρος
- le béton μπετόν
- le carton χαρτόνι
- le plastique πλαστικό
- la porcelaine πορσελάνη
- le verre γυαλί
Για παράδειγμα:
- Une table en bois ξύλινο τραπέζι
- un blouson de cuir μπουφάν από δέρμα
- une bague en or χρυσό δαχτυλίδι
b) Ένας άλλος τρόπος είναι, χρησιμοποιώντας ένα επίθετο:
- électrique ηλεκτρικός
- lourd / lourde βαρύς ‡ léger / légère ελαφρύς
- solide γερός ‡ fragile εύθραυστος
- rigide, raide άκαμπτο, ίσιο ‡ flexible, souple απαλό, ευλίγιστο
Για παράδειγμα:
- un couteau électrique ένα ηλεκτρικό μαχαίρι
- une table lourde ένα βαρύ τραπέζι
- un vase fragile ένα ευθραυστο βάζο
- un mur solide ένας γερός τοίχος
- un tuyau rigide ένας άκαμπτος σωλήνας
3. La surface επιφάνεια
Ανάλογα με το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένη μπορεί να είναι:
- lisse λεία ‡ rugueux, rugueuse τραχειά
- opaque θολός / transparent, (-e) διάφανος / (une surface) à verre γυάλινη επιφάνεια
- mou / molle μαλακός ‡ dur / dure σκληρός
- creux, creuse) βαθύς ‡ plat, (-e) ρηχός, επίπεδος / une assiette creuse, plate πιάτο βαθύ, ρηχό
- épais, épaisse παχύς / un livre épais de 3 centimètres ‡ fin, fine λεπτός
Άλλα χαρακτηριστικά που μπορούν να έχουν:
- encombrant (-e) / volumineux, volumineuse ογκώδες
- petit, (-e) μικρός
- discret / discrète διακριτικός, ανάλαφρος
- décoratif, décorative διακοσμητικός
- commode βολικός ‡ incommode άβολος
- utile χρήσιμος ‡ inutile άχρηστος
- jetable μιας χρήσης ‡ recyclable ανακυκλώσιμος
- bien fait καλοφτιαγμένος ‡ mal fait κακοφτιαγμένος
- être en bon état σε καλή καράσταση / en mauvais état σε κακή κατάσταση
- usé φθαρμένος
- endommagé χαλασμένος / abîmé κατεστραμμένος
- cassé σπασμένος
4. Les verbes
Κάποια ρήματα που είναι χρήσιμα όταν μιλάμε για τα αντικείμενα:
- peser ζυγίζω
- égarer παραπέφτω, χάνω το δρόμο μου
- perdre χάνω
- user φθείρω
- casser σπάω
- endommager χαλάω
- abîmer καταστρέφω
Για παράδειγμα:
- La table pèse quatre (4) kilos. Το τραπέζι ζυγίζει 4 κιλά.
- J’ai perdu mes clès. Έχασα τα κλειδιά μου.
- Ma valise a été égarée à l’aéroport. Η βαλίτσα μου παράπεσε στο αεροδρόμιο.
- Je marche beaucoup et j’ai usé mes chaussures. Περπατώ πολύ και έφθειρα τα παπούτσια μου.
- Le chat a cassé le vase de porcelaine. Η γάτα έσπασε το πορσελάνινο βάζο.
- La tempête a endommagé le toit de la maison. Ο τυφώνας χάλασε τη στέγη του σπιτιού.
Άλλα χρήσιμα:
servir à + infinitif χρησιμεύω σε: Le couteau sert à couper le pain. Το μαχαίρι χρησιμεύει στο να κόβεις ψωμί.
se servir de/d’ + nom χρησιμοποιώ: Je me sers d’un couteau pour couper le pain. Χρησιμοποιώ ένα μαχαίρι για να κόψω ψωμί.
– À quoi ça sert? Σε τι χρησιμεύει αυτό; – Ça ne sert à rien. Δε χρησιμεύει σε τίποτα. / – À quoi sert ce bibelot? – Ça ne sert à rien. C’est un objet décoratif.