Il fera un séjour linguistique en Angleterre cet été dans le but de progresser en anglais.
Elle fait beaucoup d’efforts en vue de réussir.
Elle mange sainement afin de rester en forme.
Mon professeur m’a donné des conseils afin que j’obtienne de bonnes notes.
Ils travaillent intensivement pour terminer le projet à temps.
Mon collègue m’aide pour que je termine le projet à temps.
Le nouveau maire a pris beaucoup d’initiatives pour l’amélioration de la vie en ville.
L’objectif de l’éducation est de faciliter l’accès au marché du travail.
Υπάρχουν 3 τρόποι για να τον αποδώσουμε. Με:
- Eκφράσεις
- Ρήματα
- Oυσιαστικά
1. Les expressions οι εκφράσεις:
a. Les expressions suivies d’un infinitif:
Εκφράσεις που ακολουθούνται από απαρέμφατο, όταν το υποκείμενο είναι το ίδιο και στις δύο προτάσεις.
- pour για να
- Ils travaillent intensivement pour terminer le projet à temps. Δουλεύουν εντατικά για να τελειώσουν το έργο έγκαιρα.
- dans l’intention de με την πρόθεση να
- Elle a pris des cours de cuisine dans l’intention d‘ouvrir son propre restaurant. Πήρε μαθήματα μαγειρικής με την πρόθεση να ανοίξει το δικό της εστιατόριο.
- dans le but de με σκοπό να
- Il fera un séjour linguistique en Angleterre cet été, dans le but de progresser en anglais. Το καλοκαίρι θα πάει στην Αγγλία για να/με σκοπό να βελτιώσει τα αγγλικά του.
- de façon à / de manière à κατά τρόπο που/ώστε
- Nous avons acheté des billets de concert de façon à/de manière à participer à une soirée musicale. Αγοράσαμε εισιτήρια για την συναυλία ώστε/προκειμένου να να παρακολουθήσουμε μια μουσική βραδιά.
- en vue de με την προοπτική να/προκειμένου να
- Elle fait beaucoup d’efforts en vue de réussir. Κάνει μεγάλη προσπάθεια προκειμένου να πετύχει.
- afin de προκειμένου να
- Elle mange sainement afin de rester en forme. Τρώει υγιεινά για να περαμένει σε φόρμα.
b. Les expressions suivies du Subjonctif:
Εκφράσεις που ακολουθούνται από Subjonctif, όταν το υποκείμενο δεν είναι το ίδιο και στις δύο προτάσεις.
- afin que προκειμένου να
- Mon professeur m’a donné des conseils afin que j’obtienne de bonnes notes. Ο καθηγητής μου, μου έδωσε συμβουλές προκειμένου να πάρω καλούς βαθμούς.
- Le docteur lui a conseillé de manger sainement afin qu’elle reste en forme. Ο γιατρός την συμβούλευσε να τρώει υγιεινά προκειμένου να παραμείνει σε φόρμα.
- de sorte que προκειμένου να/για να
- Fais vite de sorte que nous arrivions à temps à la gare. Κάνε γρήγορα για να φτάσουμε έγκαιρα στο σταθμό.
- pour que για να …
- Mon collègue m’aide pour que je puisse terminer le projet à temps. Ο συνάδελφός μου με βοηθάει για να μπορέσω να τελειώσω το έργο έγκαιρα.
- Il me donne des explications pour que je fasse les exercices correctement. Μου δίνει εξηγήσεις για να κάνω τις ασκήσεις σωστά.
Attention!! Pour + Nom
Το pour συνοδεύεται και από ουσιαστικό:
- Le nouveau maire a pris beaucoup d’initiatives pour l’amélioration de la vie en ville. Ο καινούριος δήμαρχος πήρε πολλές πρωτοβουλίες για να βελτιώσει τη ζωή στην πόλη.
- Il a fait un séjour linguistique de six mois en France pour le meilleur apprentissage du français. Έμεινε 6 μήνες στη Γαλλία για την καλύτερη εκμάθηση των γαλλικών
2. Les verbes τα ρήματα:
- atteindre κατορθώνω/πετυχαίνω
- J’ai atteint tous mes buts. Πέτυχα όλους τους στόχους μου.
- avoir comme but/pour objectif έχω ως σκοπό/στόχο
- L’éducation a comme but/objectif de nous faciliter l’accès au marché du travail. Η εκπαίδευση έχει ως σκοπό/στόχο να διευκολύνει την πρόσβαση στην αγορά εργασίας.
- poursuivre / suivre son but ακολουθώ τον στόχο μου
- viser à στοχεύω
- Les écoles de la deuxième chance visent à aider les étudiants à avoir une formation qualifiée. Τα σχολεία δεύτερης ευκαιρίας έχουν ως στόχο να βοηθήσουν τους μαθητές να αποκτήσουν εξειδικευμένη εκπαίδευση.
3. Les noms τα ουσιαστικά:
- le but στόχος
- Le but d’une école de deuxième chance est d’aider les étudiants à avoir une formation qualifiée.
- l’objectif (un) σκοπός
- L’objectif de l’éducation est de faciliter l’accès au marché du travail. Ο στόχος της εκπαίδευσης είναι να διευκολύνει την πρόσβαση στην αγορά εργασίας.
- l’ambition (une) φιλοδοξία, στόχος, επιδίωξη
- L’ambition des nouvelles mesures est de protéger les classes sociales défavorisées. Στόχος των νέων μέτρων είναι η προστασία των λιγότερο ευνοημένων κοινωνικών τάξεων.
- l’enjeu (un) στοίχημα, διακύβευμα
- Le grand enjeu environnemental est la réduction des gaz à effet de serre. Το μεγάλο περιβαντολλογικό στοίχημα είναι η μείωση των αερίων θερμοκηπίου.
- la destinée μοίρα, περπρωμένο, προορισμός
- La destinée de certaines espèces animales semble hasardeuse. Το πεπρωμένο ορισμένων ζωικών ειδών φαίνεται αβέβαιο.
- l’intention (une) πρόθεση
- Mon intention est d’obtenir un master pour multiplier mes chances sur le marché de l’emploi. Η πρόθεσή μου είναι να πάρω μεταπτυχιακό για να βελτιώσω τις πιθανότητές μου στην αγορά εργασίας.
- le projet σχέδιο
- Quels sont vos projets d’avenir? Ποια είναι τα σχέδιά σας για το μέλλον;
- la visée επιδίωξη, στόχος
- La visée de l’éducation devrait être, avant tout, de nous rendre de meilleures personnes. Ο στόχος της εκπαίδευσης θα έπρεπε να είναι, πάνω απ’ όλα, να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους.
- La visée de l’éducation devrait être, avant tout, de nous rendre de meilleures personnes. Ο στόχος της εκπαίδευσης θα έπρεπε να είναι, πάνω απ’ όλα, να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους.