begin
Verb
Trans. + Intrans.

Παραδείγματα:

  • I began my studies 2 years ago Ξεκίνησα τις σπουδές μου πριν από 2 χρόνια
  • The beginning was interesting but the end was sad Η αρχή ήταν ενδιαφέρουσα αλλά το τέλος θλιβερό
  • Supper is ready. Shall we begin? Το δείπνο είναι έτοιμο. Ξεκινάμε?
  • I’ll tell you everything but I don’t know where to begin. Θα σας τα πω όλα αλλά δεν ξέρω από που να ξεκινήσω.
  • … begin at the beginning, and be sure I understand each thing as you go. Eleanor H. Porter – Pollyanna Ξεκίνα από την αρχή και βεβαιώσου ότι τα καταλαβαίνω όλα καθώς προχωράς.
  • “Laughter is not at all a bad beginning for a friendship, and it is far the best ending for one,” said the young lord, plucking another daisy. Oscar Wilde – The Picture of Dorian Gray Το γέλιο δεν είναι καθόλου κακό ξεκίνημα για μία φιλία, είναι δε με απόσταση το καλύτερο τέλος” είπε ο νεαρός λόρδος ξεριζώνοντας άλλη μία μαργαρίτα.
  • Children begin by loving their parents; as they grow older they judge them; sometimes they forgive them. Oscar Wilde – The Picture of Dorian Gray Τα παιδιά ξεκινούν αγαπώντας τους γονείς τους. Καθώς μεγαλώνουν αρχίζουν να τους κρίνουν. Μερικές φορές τους συγχωρούν.
  • This is the beginning of a beautiful friendship Αυτό είναι το ξεκίνημα μίας ωραίας φιλίας
  • The 2nd World War began on Sep. 1, 1939 Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ξεκίνησε την 1η Σεπτεμβρίου του 1939.
Examples:
It is time to begin our journey
Χρησιμοποιούμε Cookies. Με την περιήγησή σας σ'αυτόν τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση Cookies.