Όλα τα παρακάτω είναι καθημερινές εκφράσεις (informal), αλλά θα τα δείτε γραμμένα σε τραγούδια, ποιήματα και μυθιστορήματα. Θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σε επίσημα έγγραφα μόνο με πολύ προσοχή ή και καθόλου.
(to) add insult to injury: εμείς λέμε “σαν να μην έφτανε αυτό …”. Κατά λέξη μεταφράζοντας: προσθέτοντας προσβολή στον τραυματισμό.
a no-brainer: κάτι που δεν θέλει και πολύ μυαλό για να το καταλάβεις
a run for your money: κάτι αντάξιο των προσδοκιών σου, κάτι που ν’ αξίζει τον κόπο
back-seat driver: κάποιος που δίνει οδηγίες στον οδηγό ενώ ο ίδιος κάθεται στην πίσω θέση, ασκεί κριτική από θέση ασφάλειας
(to) be in somebody else’s shoes: το να είσαι (ή να μπαίνεις) στη θέση κάποιου άλλου
(to) be the fifth wheel: το να είσαι (όπως) η ρεζέρβα του αυτοκινήτου, δηλ. όχι απαραίτητος ή σπάνια χρήσιμος
(to) be filthy rich: το να είσαι πάμπλουτος
(to) be fresh out of (e.g. new ideas): το να σου έχουν τελειώσει (π.χ. νέες ιδέες)
(to) break a leg: ευχή για καλή τύχη
(to) be grounded: το να είσαι τιμωρημένος
(to) bend over backwards: το να κάνεις κάτι πολύ δύσκολο λ.χ. για να εξυπηρετήσεις κάποιον
(to) be up to something: το να ετοιμάζεις (ή να ετοιμάζεσαι για) κάτι
(to) be well off: το να είσαι ευκατάστατος
(to) call it a day: τέλος για σήμερα, φτάνει για τώρα
(to) call the shots: το να δίνεις τα παραγγέλματα/εντολές/οδηγίες
(to) read between the lines το να καταλαβαίνεις όχι απλώς αυτό που φαίνεται (ή γράφεται) αλλά κι αυτό που υπονοείται
catch you later: θα σε δω αργότερα
did you catch my drift? “έπιασες” το νόημα, κατάλαβες αυτό που λέω/εννοώ?
(to) double-down: επιμένω σε κάτι με ακόμα περισσότερη αποφασιστικότητα
eat your heart out: αυτό που λέμε εμείς “να σκάσεις απ’τη ζήλια σου“
excuse my french: συγνώμη για την άσχημη γλώσσα μου ή για τις βρυσιές που λέω (ή θα πω)
from your mouth (lips) to God’s ears: απ’το στόμα σου και στου Θεού τ’αυτί
(to) get cold feet about something: ανατριχιάζω για κάτι
(to) get the short end of the stick βγαίνω χαμένος από μία συναλλαγή/συμφωνία
(to) get pissed … : τσαντίζομαι, τα “παίρνω”
(to) go by the book: το να τηρώ τους κανόνες
(to) have a sweet tooth: το να σου αρέσουν τα γλυκά
here’s to … : στην υγειά του/της/αυτών
(to) hit (something/somebody) like a sledgehammer: κάτι ήταν τελείως αναπάντεχο και που είχε σημαντική επίπτωση, προκάλεσε πολύ μεγάλη έκπληξη,
how come … ? πώς κι έτσι, πως γίνεται, γιατί?
I am game: συμφωνώ, συμμετέχω
in the nick of time: την τελευταία στιγμή
it is so groovy: είναι τόσο ωραίο, υπέροχο, γλυκό, cool
(it’s time to) hit the sack: ώρα να πας στο κρεβάτι σου
(to) keep your fingers crossed: το να εύχεσαι (π.χ. να γίνει κάτι)
(to) know something like the back of my hand: το να ξέρεις κάτι πάρα πολύ καλά, απ’ έξω κι ανακατωτά, απ’ την καλή και την ανάποδη
(to) live on a shoestring: ζω με πολύ λίγα χρήματα, πολύ οικονομικά
(a) long shot: ένα πολύ απίθανο ενδεχόμενο
(to) lose face: το να πλήττεται το γόητρό σου
neck and neck: στήθος με στήθος (κατά λέξη λαιμό με λαιμό), επίσης neck to neck
not my cup of tea: κάτι που δεν μ’ ενδιαφέρει ιδιαίτερα ή δεν μ’ αρέσει
once in a blue moon: πολύ σπάνια
out of the blue: ξαφνικά, από το πουθενά, εκεί που δεν το περιμένεις
outside the box: πρωτότυπα, διαφορετικά, ασυνήθιστα/αντισυμβατικά
a piece of cake: κάτι πολύ εύκολο (και πιθανώς και ευχάριστο)
(to) pull my leg: το να μου κάνεις πλάκα, το να αστειεύεσαι
(to) put myself in somebody else’s shoes: το να βάζω τον εαυτό μου στη θέση κάποιου άλλου
(to) rain cats and dogs: βρέχει καρεκλοπόδαρα, πολύ δυνατά
red handed: στα πράσα
(to) rub salt into the wound: εμείς λέμε “σαν να μην έφτανε αυτό …”. Κατά λέξη μεταφράζοντας: τρίβω αλάτι στην πληγή.
(to) show the ropes: το να δείχεις (σε κάποιον άλλο) τα κόλπα, τα κατατόπια, τα μυστικά
sort of: κατά κάποιον τρόπο
(to) take a shot: δοκιμάζω, προσπαθώ (για) κάτι που εκ προοιμίου ίσως είναι δύσκολο ή/και απίθανο
(to) take place: λαμβάνω χώρα
(to) take (someone) for a ride: το να κοροϊδέψεις, εξαπατήσεις, “πιάσεις Κώτσο” (κάποιον). Μπορεί όμως και να σημαίνει απλώς τον πς μια βόλτα (με το αυτ/το).
(to) talk me into something: το να με πείσεις
(to) throw a party: το να δίνεις ένα πάρτυ, κάνεις ένα πάρτυ
(to) turn a blind eye: το να κάνεις τα στραβά μάτια
(to) wag the dog: το να κάνεις μια κίνηση αντιπερισπασμού. Κανονικά “the dog wags its tail”
(to) wake up on the wrong side of the bed: το να ξυπνήσεις (ή να ξεκινήσεις την ημέρα σου) με πολύ κακή διάθεση
what’s the scoop? ποιά είναι η ουσία, το κεντρικό νόημα, το “ρεζουμέ”
what’s up? πως πάει, τι γίνεται, τι τρέχει