BrixFax.NET

Search
fly
Verb, Noun
Trans. + Intrans.

πετάω, μύγα

ένα ακόμα ουσιαστικό είναι το flight: πτήση

Your fly is open, mister! (ιδιωμ.) Τα μαγαζιά σου (δηλ. το φερμουάρ ή τα κουμπιά του παντελονιού σου) είναι ανοιχτά, Κύριος

Παραδείγματα:

  • I am flying to Munich tomorrow πετάω για Μόναχο αύριο
  • The Wright brothers were the first who achieved a sustained flight of a powered, heavier-than-air aircraft in 1903. Οι αδελφοί Ράϊτ ήταν οι πρώτοι που πέτυχαν την αυτόνομη πτήση ενός αεροσκάφους βαρύτερου από τον αέρα το 1903.
  • An Airbus A380 can fly for more than 15 hours without refueling ΄Ενα Α380 μπορεί να πετάει για περισσότερες από 15 ώρες χωρίς ανεφοδιασμό σε καύσιμα
  • Daedalus taught Icarus how to fly and warned him not to fly too high Ο Δαίδαλος δίδαξε τον Ίκαρο πως να πετάει και τον προειδοποίησε να μην πετάει πολύ ψηλά
  • Fly the friendly skies slogan της αεροπορικής εταιρείας United Airlines
  • Fly Me to the Moon τραγούδι του Bart Howard που έγινε γνωστό περισσότερο από τον Frank Sinatra και τον Tony Bennett πέταξέ με ως το φεγγάρι
Χρησιμοποιούμε Cookies. Με την περιήγησή σας σ'αυτόν τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση Cookies.