μετακινούμαι με αυτ/το, μοτ/τα ή τραίνο, όχημα, η μετακίνηση με κάποιο όχημα
Παραδείγματα:
- Are you going to fly or ride your motorcycle to Boston? Θα πας με το αεροπλάνο ή με τη μοτοσυκλέτα σου στη Βοστώνη?
- I ride the bus every day to work Πάω με το λεωφορείο κάθε μέρα στη δουλειά.
- She learned how to ride a bike when she was only three Έμαθε να οδηγεί μοτοσυκλέτα (ή/και ποδήλατο) όταν ήταν τριών ετών.
- Riding horses is her passion Το να ιππεύει άλογα είναι το πάθος της.
- Riding in the back of a truck is illegal Το να κινείσαι (μετακινείσαι) στην καρότσα ενός φορτηγού είναι παράνομο.
- Dad was driving and we were all riding in the back Ο μπαμπάς οδηγούσε κι εμείς καθόμασταν (μετακινούμασταν) στα πίσω καθίσματα.