θα μπορούσα
modal verb
δεν αλλάζει στο γ’ πρόσωπο, είναι ο αόριστος του can και μπορεί να είναι μόνο του μόνο αν είναι σε μία πρόταση που είναι η απάντηση σε μία ερώτηση. Αλλιώς συνοδεύει πάντα κάποιο άλλο ρήμα. Δεν παίρνει to ανάμεσα σ’ αυτό και στο ρήμα που συνοδεύει.
O χαρακτήρας του ρήματος που συνοδεύει αλλάζει δίνοντάς του ένα από τα παρακάτω νοήματα:
α. ευγενική και τυπική αίτηση (δηλ. πολύ πιο formal απ’ το can),
β. δυνατότητα να γίνει κάτι ή και το αντίθετο (απόλυτη αδυναμία),
γ. πιθανότητα να γίνει κάτι ή και το αντίθετο (μειωμένη πιθανότητα).
Η άρνησή του είναι could not αλλά θα τη βρείτε συχνότερα στη συνεπτυγμένη μορφή της: couldn’t.
Παραδείγματα:
- Could I have the honor of the next dance? Θα μπορούσα να έχω την τιμή (δηλ. να μου γίνει η τιμή) του επόμενου χορού? formal και αρκετά ευγενική αίτηση (συνήθως από έναν κύριο προς μία κυρία) για να χορέψουν.
- Could I see you privately after the presentation? Θα μπορούσα να σας δω ιδιωτικά μετά την παρουσίαση? Mπορείτε να το χρησιμοποιήσετε ακόμα και με τ’ αφεντικό σας.
- Could you stay a little longer? Θα μπορούσατε να μείνετε λίγο περισσότερο?
- She couldn’t have killed him. She was not in town. Δεν θα μπορούσε να τον έχει σκοτώσει. Δεν ήταν εδώ (δηλ. έλειπε εκτός πόλης). Είναι αδύνατο. Έχει άλλοθι.
- He could be first in his class if he tried harder. Θα μπορούσε να γίνει πρώτος μαθητής αν προσπαθούσε περισσότερο. Έχει τη δυνατότητα να το κάνει.
- You could take the train. It is faster than flying. Θα μπορούσατε να πάρετε το τρένο. Είναι γρηγορότερο από το να πετάξετε. Είναι δυνατόν να το κάνετε (π.χ. επειδή είναι αρκετά μικρή η απόσταση)
- She could be the woman of your life. Talk to her. Θα μπορούσε να είναι η γυναίκα της ζωής σου. Μίλα της. Έχει πιθανότητα να είναι η γυναίκα που ψάχνεις (αλλά βέβαια δεν είναι σίγουρο, δηλ. είναι μία πιθανότητα).
- He could declare bankruptcy within the next few days. Θα μπορούσε να κυρήξει πτώχευση μέσα στις επόμενες λίγες μέρες. Δεν είναι σίγουρο. Είναι πιθανό να κυρήξει πτώχευση αλλά ενδέχεται και να το αποφύγει τελικά.