suspect
Verb, Noun, Adjective

υποπτεύομαι, υποψιάζομαι, ύποπτος

Προσοχή όμως στον διαφορετικό τονισμό του ρήματος απ’ αυτόν του ουσιαστικού/επιθέτου

Παραδείγματα:

I suspect that you will attempt to escape υποπτεύομαι ότι θα προσπαθήσεις να δραπετεύσεις

Examples:
one suspect was arrested by the police

Ξέρετε τι πραγματικά απάντησε ο Μεταξάς στον Ιταλό πρέσβη?

Έχει μείνει στην ιστορία ότι όταν ο Ιταλός πρεσβευτής στις 3 η ώρα το πρωί παρέδωσε το τελεσίγραφο του Μουσιλίνι στον Ιωάννη Μεταξά, αυτός απάντησε μονολεκτικά: “Όχι”.

Αυτό δεν είναι ιστορικά ακριβές.

Θέλετε να μάθετε τι ακριβώς απάντησε ο Έλληνας πρωθυπουργός?

Χρησιμοποιούμε Cookies. Με την περιήγησή σας σ'αυτόν τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση Cookies.