BrixFax.NET

pillow
Noun
Flag2-tiny-Geece
Greek
Flag2_France
Français
Flag2-tiny-German
Deutsch

μαξιλάρι

Όπως και με την ελληνική λέξη έχει κι αυτό πολλές μεταφορικές χρήσεις: κάτι μαλακό, κάτι που προστατεύει από κραδασμούς.

Επίσης, θα το βρείτε και σαν ρήμα (ιδιαίτερα στα Αμερικανικά Αγγλικά) όπου φυσικά έχει ανάλογες χρήσεις: προστατεύω, υποστηρίζω ή ακουμπάω μαλακά (σαν με μαξιλάρι), τυλίγω (σαν με μαξιλαροθήκη) καθώς και ότι άλλο σχετικό μπορείτε να φανταστείτε.

Παραδείγματα:

The sofa had two square, leather pillows. Ο καναπές είχε δύο τετράγωνα, δερμάτινα μαξιλάρια.

She pillowed the precious stone on her hand. Ακούμπησε την πολύτιμη πέτρα πάνω στο χέρι της.

Examples:
The sofa had two square, leather pillows
Χρησιμοποιούμε Cookies. Με την περιήγησή σας σ'αυτόν τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση Cookies.