Υπάρχει μια λεπτή διαφορά στο νόημα ανάμεσα στα δύο:
… was gone
Η έμφαση είναι στο γεγονός (στην κατάσταση της απουσίας) ότι κάποιος ή κάτι δεν ήταν εκεί: She called from the station and told me to meet her there in 30 minutes. When I got there she was gone. Εδώ ο χρόνος είναι simple past tense και το gone χρησιμοποιείται σαν επίθετο, δηλ. to be + gone.
Το νόημα θα ήταν το ίδιο αν λέγαμε: she was absent (τώρα η χρήση του επιθέτου είναι πιο ξεκάθαρη).
Η δομή της πρότασης είναι ίδια με: she was tired, she was happy, she was … angry, anxious, present, confused, late, excited, etc.
Το νόημα που μεταφέρουμε είναι ότι αυτή δεν ήταν εκεί ή αλλιώς ότι αυτή ήταν απούσα.
Χρησιμοποιούμε τον simple past tense γιατί μόλις στην πρώτη πρόταση λέμε το πού και το πότε. Εγώ θεωρώ ότι ήταν στον σταθμό γιατί έτσι μου είπε στο τηλέφωνο όταν με πήρε και μου είπε να πάω. Στην πραγματικότητα το μόνο που ξέρω σίγουρα είναι ότι δεν ήταν εκεί όταν πήγα. Ξέρω δηλ. την κατάσταση της απουσίας της.
… had gone
Η έμφαση δίνεται στην πράξη της αποχώρησης και μάλιστα πριν από την πράξη: She called from the station and told me to meet her there in 30 minutes. When I got there, she had gone.
Το νόημα που μεταφέρουμε είναι ότι αυτή είχε ήδη φύγει και έχει σημασία το ότι αυτό είχε ήδη γίνει πριν από μία άλλη πράξη: when I got there.
Εδώ ο χρόνος είναι ο past perfect. Έχουμε πάντα δύο πράξεις: η πράξη της αποχώρησης (η 2η πράξη) είχε ολοκληρωθεί πρίν εγώ φτάσω στον σταθμό (η 1η πράξη).