Και οι δύο λέξεις few/little παραπέμπουν σε κάτι λίγο ή ανεπαρκές, και:
1. προσθέτοντάς τους το a τα αυξάνουμε (δηλ. a few/a little μιλάνε για περισσότερα απ’ ότι τα few/little)
ενώ
2. αφηνοντάς τα μόνα τους, ενισχύουμε το νόημα της έλλειψης, δηλ.
- few με μετρήσιμα: άνθρωποι, αυτοκίνητα, πορτοκάλια, ενώ το
- little με μη μετρήσιμα: ζάχαρη, χρόνος, χώρος.
Παραδείγματα:
- Few people (if any) expressed an opinion against the speaker‘s position. Λίγοι (ίσως και κανείς) δεν εκφράστηκαν αντίθετα στην θέση του ομιλητή.
- A few good men. Λίγοι καλοί άνθρωποι (αλλά αρκετοί για να γίνει η δουλειά που έπρεπε να γίνει). Τίτλος γνωστής ταινίας όπου έπαιζαν (ανάμεσα σε άλλους) και οι Τομ Κρουζ και Ντέμυ Μουρ.
- Few students failed the exam. Λίγοι μαθητές/φοιτητές απέτυχαν στο τεστ (πολύ λίγοι, δεν στεναχωριέμαι γιατί ήταν πραγματικά λίγοι).
- A few students failed the exam. Κάποιοι μαθητές/φοιτητές απέτυχαν στο τεστ (αρκετοί ώστε να μ’απασχολεί το θέμα).
- Little was done to change the situation. Λίγα έγιναν για ν’αλλάξει η κατάσταση.
- With a little luck we could succeed. Με λίγη τύχη θα μπορούσαμε να πετύχουμε.
- I have very little room to maneuver. Έχω πολύ λίγο χώρο για να ελιχθώ.
- I only have few friends in this town. Έχω πολύ λίγους φίλους σ’αυτή την πόλη. Η έμφαση δίνεται στο ότι είναι πολύ λίγοι οι φίλοι. Δηλ. ίσως -τελικά- να μην έχω και κανέναν.
- I have a few friends that may be able to help me with this problem. Έχω μερικούς φίλους που θα μπορούσαν να με βοηθήσουν μ’αυτό το πρόβλημα. Η έμφαση δίνεται στο ότι μάλλον τελικά οι φίλοι που έχω είναι αρκετοί για να βρω λύση.
- As British troops withdrew after midnight and Zero Hour ticked nearer, little did those enemy combatants know that the greatest danger lay beneath their feet. Καθώς τα Αγγλικά στρατεύματα αποσύρονταν μετά τα μεσάνυχτα και η ώρα μηδέν πλησίαζε, οι εχθροί λίγα ήξεραν (δηλ. και εννοεί τίποτα ή καθόλου) ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος βρισκόταν κάτω από τα πόδια τους (από άρθρο της Independent, 10-6-2014).