Για κάτι που μπορεί αλλά μπορεί και να μην επαληθευτεί.
if-clause: παίρνει Simple Past, αλλά
main clause: παίρνει πάντα Modal Verb.
Μπορούμε να πούμε ότι εδώ η πιθανότητα/δυνατότητα είναι μοιρασμένη ανάμεσα στο Ναι και το Όχι. Βλέπουμε δηλ. ότι όσο ο χρόνος που χρησιμοποιούμε πηγαίνει προς το παρελθόν (προς τα πίσω) τότε τόσο μειώνεται η πιθανότητα να είναι δυνατόν να γίνει κάτι. Αυτό θα επιβεβαιωθεί στο Conditional Type 3 όπου ο χρόνος του if-clause είναι ο Past Perfect.
Ας το δούμε όμως και με παραδείγματα:
- If I had more money, I would buy me a Ferrari αν είχα περισσότερα χρήματα, θα μου αγόραζα μία Φερράρι. Δηλ. μπορεί και να τα καταφέρω αλλά μπορεί και να μην τα καταφέρω ποτέ.
- If I had more time, I could finish the project αν είχα περισσότερο χρόνο, θα μπορούσα να τελειώσω το έργο.
- If you studied harder, you would succeed in the examinations αν διάβαζες περισσότερο, θα πετύχαινες στις εξετάσεις.
- If I came to the dinner with you, would you bring me back? αν ερχόμουν στο δείπνο μαζί σου, θα με έφερνες πίσω?
- We could go swimming if the weather was better, ή εναλλακτικά
- We could go swimming if the weather improved θα μπορούσαμε να πάμε για μπάνιο αν ο καιρός βελτιωνόταν. Στα τελευταία δύο παραδείγματα αλλάξαμε τη σειρά. Θυμίζουμε ότι αυτό μπορεί πάντα να γίνει μόνο που πλέον δεν χρειάζεται το κόμμα ανάμεσα στους δύο όρους.
Σημασία έχει ότι σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, το “παιχνίδι” δεν είναι σίγουρα χαμένο. Μπορεί και να παίζεται ακόμα. Μπορεί ακόμα να βρω χρόνο ή προλαβαίνω ακόμα να διαβάσω περισσότερο και τελικά να πετύχω στις εξετάσεις.
Άλλο ένα έχει μείνει: Type 3 Conditional