J’ai perdu mes clés dans le métro.
J’ai fait des études à l’université pendant 4 ans.
Hier, je me suis réveillé à 7:30, je me suis douché, j’ai pris un petit déjeuner rapide.
D’habitude, nous jouions dans notre chambre.
Mon père, était un homme grand, fort, et gentil.
Je dormais, quand le téléphone a sonné.
J’étais malade, donc je ne suis pas allé à l’école.
Και οι δύο χρόνοι αναφέρονται στο παρελθόν, η χρήση τους όμως, συχνά, μας προβληματίζει. Πότε θα χρησιμοποιήσουμε τον ένα και πότε τον άλλο;
Η βασική αρχή είναι ότι ο Imparfait δηλώνει διάρκεια ενώ ο Passé composé στιγμή. Άρα, ένα πρώτο κριτήριο για να επιλέξουμε, είναι το νόημα. Μπορούμε, λοιπόν, να τους ξεχωρίσουμε:
1. Le Passé Composé: Περιγράφει πράξεις, γεγονότα
a. που έγιναν και ολοκληρώθηκαν στο παρελθόν:
- J’ai perdu mes clés dans le métro. Έχασα τα κλειδιά μου στο μετρό.
b. των οποίων γνωρίζουμε την αρχή και το τέλος:
- Hier, j’ai travaillé de 8 heures du matin à 2 heures de l’après-midi. Χθες, εργάστηκα από τις 8 το πρωί ως τις 2 το απόγευμα.
c. με συγκεκριμένη διάρκεια στο παρελθόν:
- J’ai fait des études à l’université pendant 4 (quatre) ans. Σπούδασα στο πανεπιστήμιο για 4 χρόνια.
d. διαδοχικά, το ένα μετά το άλλο:
- Hier, je me suis réveillé à 7:30, je me suis douché, j’ai pris un petit déjeuner rapide, je me suis habillé, j’ai lu mes mails et je suis parti pour le bureau. Χθες το πρωί, ξύπνησα στις 7:30, έκανα ένα νους, πήρα ένα γρήγορο πρωινό, ντύθηκα, διάβασα τα μηνύματά μου και έφυγα για το γραφείο.
2. L’Imparfait: Είναι ο χρόνος:
a. της συνήθειας:
- Quand j’étais enfant, je me souviens, les dimanches, mon père lisait son journal et buvait son petit café. Όταν ήμουν παιδί, θυμάμαι, τις Κυριακές, ο πατέρας καθόταν στο σαλόνι, διαβαζε την εφημερίδα του και έπινε το καφεδάκι του.
- À l’époque, ma mère préparait notre plat préféré, dans la cuisine. Εκείνη την εποχή, η μητέρα μαγείρευε το αγαπημένο μας φαγητό, στην κουζίνα.
- D’habitude, nous jouions dans notre chambre. Συνήθως, παίζαμε ανέμελοι στο δωμάτιό μας.
b. της αφήγησης, των παραμυθιών:
- Il était une fois une fille belle et douce. Μια φορά κι ένα καιρό, ήταν ένα κορίτσι όμορφο και γλυκό.
- Εlle vivait avec son père qui était remarié. Ζούσε με τον πατέρα της, που ήταν ξαναπαντρεμένος.
- Sa belle mère ne l’aimait pas. Η μητριά της, δεν την αγαπούσε.
- La fille, triste, était assise près de la cheminée, c’est pourquoi on l’appelait Cendrillon! Το κορίτσι, λυπημένο, καθόταν κοντά στο τζάκι, γι αυτό και το φωνάζαν Σταχτοπούτα!
c. της περιγραφής προσώπων ή τοποθεσιών:
- Ma maison paternelle se trouvait au sommet d’une colline. Το πατρικό μου σπίτι βρισκόταν στην κορυφή ενός λόφου.
- Mon père, était un homme grand, fort, et gentil. Ο πατέρας μου ήταν ένας άντρας ψηλός, δυνατός και ευγενικός.
- Il vivait une vie rurale et calme et s’occupait du jardin et de ses animaux. Ζούσε μια ήσυχη επαρχιακή ζωή και ασχολόταν με τον κήπο και τα ζώα του.
Άλλα χρήσιμα:
a. Κάποιες χαρακτηριστικές εκφράσεις: Mπαίνουν στην αρχή των προτάσεων με τον Imparfait.
Autrefois Άλλοτε | Autrefois, il y avait un petit commerce à la place de ce centre commercial. Άλλοτε υπήρχε ένα μικρό κατάστημα στη θέση αυτού του εμπορικού κέντρου. |
Quand … Όταν .. | Quand j’étais plus jeune, je voyageais beaucoup. Όταν ήμουν νεώτερος, ταξίδευα πολύ. |
Avant Πριν, Παλιά | Avant, il n’y avait rien dans ce quartier, c’était mort … Πριν/Παλιά, δεν υπήρχε τίποτα σ’αυτή τη γειτονιά, ήταν νεκρή … |
À l’époque / Dans le temps / En ce temps – là Εκείνο τον καιρό/εποχή | À l’époque / En ce temps – là, les femmes ne votaient pas. Εκείνο τον καιρό, οι γυναίκες δεν ψήφιζαν. |
En général / D’habitude Γενικά, συνήθως | En général / D’habitude, je mangeais à la cafétéria de l’entreprise. Γενικά / Συνήθως, έτρωγα στην καφετέρια της εταιρείας. |
Tous les … (samedis, jours, étés, weekends) / Toutes les … (semaines, soirées …) Κάθε … | Tous les samedis soirs, je sortais. Κάθε Σάββατο βράδυ, έβγαινα. |
b. Όταν οι δύο χρόνοι χρησιμοποιούνται μαζί: Στην διήγηση ή την περιγραφή.
Ο Imparfait αποτελεί το φόντο, το σκηνικό της πράξης. Ό,τι αλλάζει, διακόπτει, ανατρέπει το φόντο, εκφράζεται με Passé Composé.
Για παράδειγμα:
- Je dormais, quand le téléphone a sonné. Κοιμόμουν, όταν χτύπησε το τηλέφωνο.
- Elle étudiait tranquillement dans sa chambre, soudain elle a entendu un cri. Μελετούσε ήσυχα στο δωμάτιό της, ξαφνικά άκουσε μία κραυγή.
- Ma vie était monotone. Je ne faisais rien d’extraordinaire. Je passais mes journais à m’occuper de la maison et de mes enfants. Un jour, une proposition est tombée du ciel et ma vie a changé. Η ζωή μου ήταν μονότονη. Δεν έκανα τίποτα το ενδιαφέρον. Μια μέρα μια πρόταση έπεσε από τον ουρανό και η ζωή μου άλλαξε.
c. Κάποια χαρακτηριστικά χρονικά επιρρήματα: εισάγουν τις πράξεις που διακόπτουν.
soudain, tout à coup, brusquement | ξαφνικά |
un jour | μια μέρα |
lorsque, quand | όταν |
d. Ο Imparfait εκφράζει την αιτία και ο Passé Composé το αποτέλεσμα.
Η πράξη που δείχνει το αποτέλεσμα συνοδεύεται συνήθως από τα:
alors, donc | λοιπόν, έτσι |
c’est pourquoi, par conséquent | γι αυτό, συνεπώς |
Για παράδειγμα:
- J’étais malade, donc je ne suis pas allé à l’école. Ήμουν άρρωστος, έτσι (γι αυτό το λόγο) δεν πήγα σχολείο.
- Elle avait beaucoup de travail, c’est pourquoi elle est restée jusqu’à tard au bureau. Είχε πολλή δουλειά γι αυτό έμεινε στο γραφείο μέχρι αργά.