πρέπει να
modal verb
δεν αλλάζει στο γ’ πρόσωπο, δηλ. he/she/it must, δεν έχει αόριστο και μπορεί να είναι μόνο του μόνο αν είναι σε μία πρόταση που είναι η απάντηση σε μία ερώτηση. Αλλιώς συνοδεύει πάντα κάποιο άλλο ρήμα. Δεν παίρνει to ανάμεσα σ’ αυτό και στο ρήμα που συνοδεύει.
O χαρακτήρας του ρήματος που συνοδεύει αλλάζει δίνοντάς του ένα από τα παρακάτω νοήματα:
α. υποχρέωση ή αναγκαιότητα
β. ισχυρή πιθανότητα ίσως και εκατό τα εκατό γιατί δεν μπορεί να είναι αλλιώς
Παραδείγματα:
- You must work harder. We must have this project finished before the end of the month. Πρέπει να δουλέψετε σκληρότερα. Πρέπει να έχει τελειώσει το έργο πριν το τέλος του μήνα. Έχετε υποχρέωση γιατί λ.χ. το υποσχεθήκαμε στον πελάτη μας.
- You must take off your shoes before you enter the mosque Πρέπει να βγάλεις τα παπούτσια σου πριν μπεις στο τζαμί. Πρέπει να τα βγάλεις. Είναι υποχρεωτικό.
- You must do your homework every day. Πρέπει να κάνεις τις εργασίες σου κάθε μέρα. Είναι υποχρέωσή σου. Είναι η δουλειά σου.
- It must be raining cats and dogs. Πρέπει να ρίχνει καρεκλοπόδαρα. Δεν μπορεί να είναι διαφορετικά γιατί ακούω τον θόρυβο.
- She must be the last one. There is nobody else in the waiting room. Θα πρέπει να είναι η τελευταία. Δεν υπάρχει κανένας άλλος στον χώρο αναμονής. Δηλ. δεν βάζω και στοίχημα γιατί ενδέχεται εντωμεταξύ να έρθει κάποιος άλλος.
- He must be the best. Θα πρέπει να είναι ο καλύτερος (αλλιώς δεν θα είχε νικήσει όλους τους άλλους).
- Must I forever be a beggar, whose golden dreams will not come true, or will I go from rags to riches? My fate is up to you. Θα πρέπει να είμαι για πάντα ένας ζητιάνος που τα χρυσά του όνειρα δεν θα πραγματοποιηθούν ποτέ ή θα πάω απ’τα κουρέλια στον πλούτο? Το πεπρωμένο μου είναι στα χέρια σου. (Από το From Rags to Riches του Tony Bennett)
- You must not think of that any more. Θα πρέπει να σταματήσεις να το σκέφτεσαι πια.
- I must do everything I can to keep her happy. Πρέπει να κάνω ότι μπορώ για να είναι ευτυχισμένη.
- It must have been a tough life. The wrinkles on his face are the proof. Πρέπει να ήταν μια σκληρή ζωή. Οι ρυτίδες στο πρόσωπό του είναι η απόδειξη. Είναι σχεδόν σίγουρο. Δεν εξηγείται αλλιώς.