splinter
Verb, Noun
Flag2_France
Français
Flag2-tiny-German
Deutsch

Επίσης: κάτι σκισμένο διαμήκως σε δύο τουλάχιστον κομμάτια, κάτι που πρέκυψε από ένα τέτοιο σκίσιμο, σκίζω κάτι διαμήκως σε δύο ή περισσότερα κομμάτια

Ομαλό ρήμα: splinter, splintered, splintered, splintering

Παραδείγματα:

Examples:
No data was found

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Χρησιμοποιούμε Cookies. Με την περιήγησή σας σ'αυτόν τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση Cookies.