twist
Verb, Noun
Trans. + Intrans.
Flag2-tiny-Geece
Greek
Flag2_France
Français
Flag2-tiny-German
Deutsch

συστρέφω (όπως όταν γυρίζω τις άκρες ενός μακρόστενου αντικειμένου προς αντίθετες κατευθύνσεις), τυλίγω (όπως όταν τυλίγω δύο καλώδια, κλωστές, μαλλιά για κοτσίδα, σύρμα για να φτιάξω ένα πηνίο ή καλάμια για να φτιάξω ένα καλάθι)

Ουσιαστικό με την ίδια έννοια.

Φυσικά ο ομώνυμος χορός έχει πάρει τ’ όνομά του απ’ την χαρακτηριστική συστροφική κίνηση που κάνει το σώμα.

Παραδείγματα:

TP Cable = twisted pair cable τα γνωστά τηλεφωνικά καλώδια ή καλώδια δικτύων

UTP = unshielded twisted pair

STP = shielded twisted pair

Examples:
No data was found

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Χρησιμοποιούμε Cookies. Με την περιήγησή σας σ'αυτόν τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση Cookies.