οδηγώ, κινώ κάτι προς μία κατεύθυνση, έχω την παρόρμηση για κάτι
ουσιαστικό με παρόμοιες έννοιες
driver: οδηγός
Παραδείγματα:
- but in the UK people drive on the wrong side of the street αλλά στην Αγγλία οι άνθρωποι οδηγούν στην λάθος πλευρά του δρόμου (:
- I got my driver’s license 40 years ago. Πήρα το δίπλωμα οδήγησής μου πριν από 40 χρόνια.
- Could you please drive me to the airport? I have to be there in less than an hour. Μπορείς σε παρακαλώ να με πας (δηλ. θα οδηγάς εσύ το αυτ/το) στο αεροδρόμιο? Πρέπει να είμαι εκεί σε λιγότερο από μία ώρα.
- My wife drives the children to school every day Η γυναίκα μου πηγαίνει τα παιδιά στο σχολείο κάθε μέρα (οδηγεί η ίδια το αυτ/το)
- Increased local demand is driving house prices to the sky Αυξημένη ντόπια ζήτηση οδηγεί τις τιμές των κατοικιών στα ύψη
- He is an actor by night but drives a cab by day to survive. Είναι ηθοποιός τη νύχτα, αλλά την ημέρα οδηγεί ταξί για να επιβιώσει.
- I keep having this dream of driving a Ferrari in Monaco. Βλέπω συνέχεια/συχνά αυτό το όνειρα ότι οδηγάω μία Φερράρι στο Μονακό.
- … baby you can drive my car. The Beatles – Ομώνυμο τραγούδι … μωρό μου μπορείς να οδηγήσεις τ’αυτοκίνητό μου
- He’s driving me crazy with his continuous insinuations. Με τρελλαίνει με τους συνεχείς υπαινιγμούς του.