Transitive and Intransitive Verbs

Επίπεδα:
Transitive and Intransitive Verbs

Η ιδιότητα αυτή των ρημάτων (μεταβατικότητα = transitivity) μας βοηθάει να καταλάβουμε τη συμπεριφορά τους σε αρκετές περιπτώσεις και γι’αυτό είναι σημαντικό να την γνωρίζουμε.

Ας δούμε όμως κατ’αρχήν τι ακριβώς είναι.

Πρόκειται για δύο από τους πιο συνηθισμένους τρόπους συμπεριφοράς των ρημάτων.

Κάποια ρήματα χρειάζονται οπωσδήποτε ένα αντικείμενο, ενώ κάποια άλλα δεν μπορεί να έχουν αντικείμενο αλλά πρέπει να είναι μόνα τους.

Τέλος υπάρχουν κι εκείνα που μπορούν να κάνουν ότι θέλουν, δηλ. να έχουν αντικείμενο ή να μην έχουν. Σ’αυτήν την τελευταία περίπτωση συχνά αλλάζει και το νόημα.

Στα Ελληνικά τα ονομάζουμε μεταβατικά και αμετάβατα.

Έχετε προσέξει ότι κάποιες φορές λέμε: εγώ γελάω (υποκείμενο και ρήμα) ενώ λέμε: εγώ οδηγάω το αυτοκίνητο (υποκείμενο, ρήμα και αντικείμενο).

οδηγάω: ρήμα μεταβατικό

γιατί πάντα οδηγάτε κάτι: ένα αυτοκίνητο, μία μοτοσυκλέτα

γελάω: ρήμα αμετάβατο

γιατί απλώς γελάτε. Δεν γελάτε … κάτι.

Ας δούμε όμως μερικά παραδείγματα:

bring (φέρνω): είναι αποκλειστικά μεταβατικά (transitive) γιατί δεν μπορεί να δώσει νόημα αν δεν έχει αντικείμενο.

Το ίδιο ισχύει και για τα: adore (λατρεύω), obstruct (εμποδίζω), incarcerate (φυλακίζω), bewitch (μαγεύω), κ.α.

Για τα παραπάνω μία πρόταση χωρίς αντικείμενο δεν θα ήταν ολοκληρωμένη.

Αντίθετα ρήματα όπως τα: arrive (φτάνω), laugh (γελάω), sleep (κοιμάμαι), wait (περιμένω) κ.α. είναι αποκλειστικά αμετάβατα (intransitive) γιατί έχουν νόημα όταν χρησιμοποιούνται μόνα τους.

Η πιο συχνή περίπτωση, ωστόσο, είναι αυτή όπου ένα ρήμα μπορεί να συμπεριφέρεται και με τους δύο τρόπους. Για παράδειγμα τα ρήματα: eat (τρώω), play (παίζω), read (διαβάζω), sing (τραγουδάω), walk (περπατώ), κ.α..

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Χρησιμοποιούμε Cookies. Με την περιήγησή σας σ'αυτόν τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση Cookies.