hit
Verb, Noun

Παραδείγματα:

  • it became a big hit έγινε μεγάλη επιτυχία (π.χ. το τραγούδι, η ταινία κλπ)
  • a vehicle hit a motorcyclist ένα όχημα χτύπησε έναν μοτοσυκλετιστή
  • the economy has been particularly hard hit η οικονομία χτυπήθηκε πάρα πολύ (δηλ. είναι σε άσχημη κατάσταση)
  • hit the lights άνοιξε (ή κλείσε) τα φώτα, (φυσικά είναι informal)
  • hit the nail on the head πετυχαίνω διάνα (ιδιωματισμός)
  • hit the road Jack πάρε δρόμο Τζακ, δηλ. φύγε, δίνε του (από το ομώνυμο τραγούδι του Ρέϋ Τσάρλς)
  • We have to find a way to help people hit hard by the recession. Πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να βοηθήσουμε αυτούς που χτυπήθηκαν σκληρά από την ύφεση.
  • Hit the emergency brakes now before we crash! Πάτα το φρένο έκτακτης ανάγκης τώρα πριν συντριβούμε!
  • I therefore hit out at him and was going to hit out again, when he said … Charles Dickens – Great Expectations Τον χτπυπησα λοιπόν δυνατά και θα τον ξαναχτυπούσα, όταν αυτός είπε …
Examples:
they hit them hard
The critic wrote a caustic review of the latest hit movie
She hit the brakes just in time to avoid the accident
Χρησιμοποιούμε Cookies. Με την περιήγησή σας σ'αυτόν τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση Cookies.