ξέρω, γνωρίζω
Πολύ πιο σπάνια θα το συναντήσετε και σαν ουσιαστικό με την ίδια έννοια: γνώση
Παραδείγματα:
- “Do you know anything about the case?” asked the judge. “Γνωρίζεις τίποτα για την υπόθεση?” ρώτησε ο δικαστής.
- Everything you need to know is in this User’s manual. Όλα όσα χρειάζεσαι να ξέρεις είναι μέσα στο εγχειρίδιο χρήσεως.
- Know thyself (αρχ. του yourself) Σωκράτης Γνώθι σ’αυτόν
- It is well known that dolphins are very intelligent animals. Είναι αρκετά γνωστό ότι τα δελφίνια είναι πολύ έξυπνα ζώα.
- Do you know the Ten Commandments? Ξέρεις τις Δέκα Εντολές?
- He knows how to treat a Lady. Ξέρει πως να συμπεριφέρεται σε μία Κυρία.
- I don’t know what it was but I must have said something bad because she doesn’t talk to me any more. Δεν ξέρω τι αλλά θα πρέπει να είπα κάτι κακό γιατί δεν μου μιλάει πια.
- She herself knows nothing, but that she was left an orphan and I adopted her. Charles Dickens – Great Expectations Η ίδια δεν ξέρει τίποτα, αλλά την είχαν αφήσει ορφανή και την υιοθέτησα.
- … and I wished very much to know of what he was thinking, but I couldn’t imagine how it would be possible to find out. Stephen King Hall – The Diary of a U-boat Commander … και ήθελα πολύ να ξέρω τι σκεφτόταν αλλά δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα ήταν δυνατόν να το ανακαλύψω.