BrixFax.NET

Search
throw
Verb, Noun
Français
Deutsch

πετάω, πέταγμα (π.χ. σκουπίδια), ρίχνω, ρίξιμο

Παραδείγματα:

  • He threw the empty plastic bottles into the river without thinking of the consequences Πέταξε τα άδεια πλαστικά μπουκάλια στο ποτάμι χωρίς να σκεφτεί τις συνέπειες
  • Don’t throw your cigarette but outside the window! Μην πετάς την γόπα του τσιγάρου έξω απ’το παράθυρο!
  • Don’t leave the spoilt oranges in the refrigerator. Throw them into the trash. Μην αφήνεις τα χαλασμένα πορτοκάλια μέσα στο ψυγείο. Πέταξέ τα στα σκουπίδια.
  • he threw his coat on his shoulders and rushed out of the house έριξε το παλτό του στους ώμους του και βγήκε βιαστικά απ’το σπίτι
  • The dictator threw all his political opponents to jail Ο δικτάτορας έριξε όλους τους πολιτικούς του αντιπάλους στη φυλακή
  • the murderer threw the dead body of his victim into a bushy area ο δολοφόνος πέταξε το πτώμα του θύματός του σε μία θαμνώδη περιοχή
  • The explorer was thrown off course by the strong side winds Ο εξερευνητής βρέθηκε (ρίχτηκε) εκτός πορείας από τους ιχυρούς πλάγιους ανέμους
  • Throw an eye on this report. We’ll have to discuss it during the meeting. Ρίξε μια ματιά σ’αυτή την αναφορά. Θα την συζητήσουμε κατά την διάρκεια της συνάντησης.
  • … something heavy had been thrown down at her with considerable violence, as she lay on her face. Charles Dickens – Great Expectations … κάτι βαρύ την χτύπησε (της ρίχτηκε) πολύ βίαια, καθώς κείτονταν μπρούμυτα.
  • “What? You won’t answer the question, yes or no? Now, I’ll try you again.” Throwing his finger at him again. Charles Dickens – Great Expectations “Τι? Δεν απαντάς την ερώτηση μ΄ένα Ναι ή μ’ένα Όχι? Θα δοκιμάσω (δικάσω) ξανά” δείχνοντάς τον με το δάχτυλό του, ξανά (μεταφορική χρήση).
Examples:
Χρησιμοποιούμε Cookies. Με την περιήγησή σας σ'αυτόν τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση Cookies.