πετάω, πέταγμα (π.χ. σκουπίδια), ρίχνω, ρίξιμο
Παραδείγματα:
- He threw the empty plastic bottles into the river without thinking of the consequences Πέταξε τα άδεια πλαστικά μπουκάλια στο ποτάμι χωρίς να σκεφτεί τις συνέπειες
- Don’t throw your cigarette but outside the window! Μην πετάς την γόπα του τσιγάρου έξω απ’το παράθυρο!
- Don’t leave the spoilt oranges in the refrigerator. Throw them into the trash. Μην αφήνεις τα χαλασμένα πορτοκάλια μέσα στο ψυγείο. Πέταξέ τα στα σκουπίδια.
- he threw his coat on his shoulders and rushed out of the house έριξε το παλτό του στους ώμους του και βγήκε βιαστικά απ’το σπίτι
- The dictator threw all his political opponents to jail Ο δικτάτορας έριξε όλους τους πολιτικούς του αντιπάλους στη φυλακή
- the murderer threw the dead body of his victim into a bushy area ο δολοφόνος πέταξε το πτώμα του θύματός του σε μία θαμνώδη περιοχή
- The explorer was thrown off course by the strong side winds Ο εξερευνητής βρέθηκε (ρίχτηκε) εκτός πορείας από τους ιχυρούς πλάγιους ανέμους
- Throw an eye on this report. We’ll have to discuss it during the meeting. Ρίξε μια ματιά σ’αυτή την αναφορά. Θα την συζητήσουμε κατά την διάρκεια της συνάντησης.
- … something heavy had been thrown down at her with considerable violence, as she lay on her face. Charles Dickens – Great Expectations … κάτι βαρύ την χτύπησε (της ρίχτηκε) πολύ βίαια, καθώς κείτονταν μπρούμυτα.
- “What? You won’t answer the question, yes or no? Now, I’ll try you again.” Throwing his finger at him again. Charles Dickens – Great Expectations “Τι? Δεν απαντάς την ερώτηση μ΄ένα Ναι ή μ’ένα Όχι? Θα δοκιμάσω (δικάσω) ξανά” δείχνοντάς τον με το δάχτυλό του, ξανά (μεταφορική χρήση).