τρέφω, τροφοδοτώ, τροφοδοσία
I am fed up (ιδιωμ.): είμαι μπουχτισμένος
Παραδείγματα:
- You should feed the horse. It is starving. Τάϊσε το άλογο. Είναι πολύ πεινασμένο.
- Feed the animals/your children/your pet Τάϊσε τα ζώα/τα παιδιά σου/τα κατοικίδιά σου
- Don’t bite the hand that feeds you Μην δαγκώνεις το χέρι που σε ταϊζει
- We have enough food to feed an army. Έχουμε αρκετό φαγητό για να ταϊσουμε έναν (ολόκληρο) στρατό.
- she is a strict vegetarian. She feeds exclusively on plants. είναι αυστηρή χορτοφάγος. Τρέφεται αποκλειστικά με φυτά.
- … pray for the people who feed you, and take care of you. Charles Dickens – Oliver Twist … να προσεύχεσαι για τους ανθρώπους που σε ταϊζουν και σε φροντίζουν.
- I am hungry, feed me; I am bored, amuse me. Alexandre Dumas – The Count of Monte Cristo Είμαι πεινασμένος, τάϊσέ με, πλήττω, διασκέδασέ με.