BrixFax.NET

Search
slide
Verb, Noun
Français
Deutsch

γλιστρώ, ολισθαίνω, γλίστρα, γλίστρημα

Σαν ουσιαστικό σημαίνει επίσης: φωτογραφικές διαφάνειες (σλάϊντς), και πλακάκια για μικροσκόπιο

Παραδείγματα:

  • Kodachrome was a film for slides Το Kodachrome ήταν ένα φιλμ για διαφάνειες (σλάϊντς)
  • Slip slidin(g) away ομώνυμο τραγούδι των Simon & Garfunkel φεύγοντας γλιστρώντας (δηλ. σιγά-σιγά)
  • You put a drop of blood on the slide to look it under the microscope βάζεις μια σταγόνα αίμα πάνω στο πλακάκι και το κοιτάς στο μικροσκόπιο
  • When you ski a very thin layer of snow melts and this is how you slide Όταν κάνεις σκι, ένα πολύ λεπτό στρώμα πάγου λιώνει κι έτσι γλιστράς
  • … crushed the pan flat on the live coals and watched the lump of butter slide and melt. James Joyce – Ulysses …πέταξε με φούργια το τηγάνι πάνω στα καφτά κάρβουνα και κοίταζε το βούτυρο να γλιστράει και να λιώνει
Examples:
Χρησιμοποιούμε Cookies. Με την περιήγησή σας σ'αυτόν τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση Cookies.